Βλέπετε 1–12 από 5319 αποτελέσματα

ΑΣΠΡΕΣ ΚΗΛΙΔΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΑΣΠΡΟ

12.60

Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α

Άσπρες κηλίδες πάνω στο άσπρο. Μια ανέκδοτη συλλογή του Γιάννη Ρίτσου. Ολοκληρωμένη, έτοιμη για έκδοση. Η συλλογή (110 ποιήματα) γράφτηκε στο διάστημα 1.XII-27. XII.85. Η βʹ γραφή έγινε στό διάστημα 20-29.VII 1986. Η α´ γραφή στην Αθήνα και η β´ γραφή στο Καρλόβασι της Σάμου. Τα χειρόγραφα ανακάλυψε η Maria Caracausi ανάμεσα στις εκδομένες συλλογές που βρίσκονται στα Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη. Εκείνη πρώτη δημοσίευσε τη συλλογή σε μια δίγλωσση έκδοση – στα ιταλικά και στα ελληνικά – που πραγματοποιήθηκε από τον εκδοτικό οίκο Torri del Vento, στο Παλέρμο της Ιταλίας. Πρέπει να αναφέρουμε ότι το ποίημα υπ’ αριθμ. 46, που υπήρχε στην αʹ γραφή και από παραδρομή δεν συμπεριλήφθηκε από τον ποιητή στη βʹ γραφή, μπήκε στη θέση του στην παρούσα έκδοση.

Ο εκδότης

ΕΙΔΗ ΦΡΙΚΟΣ Ή ΠΕΣΑΜΕ Σ’ ΕΡΩΤΑ

11.45
Η πέμπτη ποιητική συλλογή του Βασίλη Μαρουλά υμνολογεί τον έρωτα και αφορίζει την απάθεια. Στο πρώτο μέρος, «Περί λαγονίων βρυχηθμών», καταγράφει στιγμές που βίωσε το πάθος άλλοτε ως θύμα κι άλλο ως θύτης πάντα, όμως, συναινώντας στην προδοσία του απόλυτου και γνωρίζοντας εκ των προτέρων τη ματαιότητα της αναζήτησης του παντοτινού. Ως ένας ακόμη ερωτευμένος με τον έρωτα, τον αναζητά παντού κι όπου τον βρίσκει κρατάει αναμνηστικά μέσα στο σακί του χρόνου που πάντα βιάζεται και τρέχει.

ΤΟ ΒΑΛΣ ΤΟΥ ΟΡΦΕΑ

11.45
Έτσι, καθώς με κοιτά το ανύπαρκτο κοινό, αντί για τραγωδία, θα πω ένα τραγούδι σαν κάτι αλλοτινό, θα πω μια μελωδία… Ένα βιβλίο γεννημένο μες’ από τη μουσική και την προφορικότητα, τον ρυθμό και τη δραματική ομιλία, τις δύο πηγές απ’ όπου αναπηδά πάντα η πρωτογενής ποίηση, χωρίς περισπούδαστες διαμεσολαβήσεις.

ΣΤΙΛΕΤΑ

9.00
Ζωή να κοιταζόμαστε διαρκώς στα μάτια, μόνοι μέσα σε μια θαυμάσια έρημο. Η παράγκα στο δάσος είναι ευλογία, όπως τα αδέσποτα σκυλιά που σώθηκαν. Η αναμονή είναι βαρετή, μόνη επιθυμία η επιστροφή στην εξοχή που καίγεται. Τυλίγουν τα παιδιά τους με χρωματιστά τραπεζομάντιλα και βγαίνουν στον δρόμο τρέχοντας· η ομορφότερη χώρα –λένε– είναι αυτή όπου ζεις. Δεν ακούγονται καμπάνες, «έχουμε πόλεμο» φωνάζουν. Οι πρόσφυγες κοπάδια· ο στρατός ανήκει –λένε– στον λαό· δεν υπάρχει φαγητό πουθενά. Παγωνιά, πέφτω πάνω στο χιόνι, σπάω, γίνομαι άπειρα μαύρα μικρά πουλιά. Το παιχνίδι μόλις άρχισε, δεν υπόσχομαι τίποτα. Η αβεβαιότητα γίνεται ελπίδα. Αμέτρητα μυτερά στιλέτα καρφωμένα στο στήθος, μείνε κοντά μου κι ας τρέχω σαν άλογο, μείνε κο­ντά μου κι ας είμαι το άλογο χωρίς κεφάλι. Το θαύμα συμβαίνει τη στιγμή που η απελπισία θριαμβεύει. Τη δύναμη ζητώ να νιώσω σαν φτερό που χορεύει με τον άνεμο. Κλειστά φωτεινά δωμάτια στη μέση μιας θάλασσας που αδειάζει, καθώς ο μίζερος κόσμος ενώνεται ξανά.

ΠΡΟΣΕΧΩΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

4.50
Το έργο "προσεχώς ποιητής" προσπαθεί να εκφράσει τις προκλήσεις της εποχής του τόπου οι οποίες δεν μπορούν να βγουν από τον εαυτό τους ώστε να φανερωθεί το πραγματικό τους πρόσωπο μέσα στο οποίο κρύβονται οι ρίζες της ελληνικότητας δια μέσου της ελευθερίας και της Ορθόδοξης παράδοσης που την διάλεξε η μυριόκλωνη μοίρα.   Τα περιεχόμενα όπως, Σου Μιλώ, Πολιτεία, Φίλοι, Μάνα μου Γλώσσα, Μνήμη, Αρχιπέλαγος, Γλυκύτατη Παιδεία, Ελλάς δίχως Έλληνες κ.ά. είναι συλλογισμοί και βαριά αγωνία τι θ' απογίνει το Κυκλώπειο μάτι του Έθνους.    

ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ

4.50
Πάντα επιστρέφουμε στις ίδιες ιστορίες, στα ίδια τραγούδια, στην ίδια διαδρομή. Απ’ τον ουρανό της Μαδρίτης ως τα προσφυγικά παραπήγματα και απ' το Βελιγράδι ως την άκρη του κόσμου. Ακολουθώντας το κόκκινο νήμα της μνήμης, αναζητώντας τα ίχνη μιας παλιάς ουτοπίας. Βαδίζοντας στον δρόμο της ποίησης χτίζουμε στίχο στίχο τον δικό μας κόσμο. Έστω κι αν στον αιώνα των ξένων αργεί να ξημερώσει.    

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

10.98
Στά ποιήµατα τῆς συλλογής αὐτῆς πρωταγωνιστοῦν γνωστά, ἀλλά καί ἄγνωστα, πρόσωπα τῆς Ἀναγέννησης, πού µέ τό ἔργο τους διαµόρφωσαν µιά ὁλόκληρη ἐποχή, τά ἐπιτεύγµατα τῆς ὁποίας καθόρισαν τήν ἐξέλιξη τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισµοῦ. Τά «39 πορτραῖτα» τοῦ βιβλίου δίνουν τήν ἀφορµή στόν Χάρη Βλαβιανό νά ἀναλύσει σέ βάθος ζητήµατα –θρησκευτικά, πολιτικά, ἠθικά, αἰσθητικά– πού ἀφοροῦν τήν προσπάθεια τῶν καλλιτεχνῶν, τῶν ποιητῶν καί τῶν στοχαστῶν νά διατηρήσουν τήν ἐλευθερία τῆς σκέψης τους, µέσα στίς ἀντίξοες συνθῆκες τῆς Μεταρρύθµισης καί τῆς Ἀντιµεταρρύθµισης, τοῦ θρησκευτικοῦ φανατισµοῦ δηλαδή, καί νά ὑπερασπιστοῦν, ἀκόµα καί µέ τή ζωή τους, τά δηµιουργήµατά τους. Σέ µιά ἐποχή πού ἡ πνευµατική καί καλλιτεχνική ζωή ἀπειλεῖται ἀπό τούς αὐτόκλητους ὑπερασπιστές µιᾶς ἀµφιλεγόµενης «ὀρθότητας», ἡ συλλογή τοῦ Χάρη Βλαβιανοῦ ἀνοίγει ἕνα σηµαντικό πεδίο διαλόγου καί ἀναστοχασµοῦ.

ΤΟ ΒΑΘΥ ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΜΕΡΑΣ

7.92
Λίγα λόγια... Σ’ αυτή την ταραχώδη αλλά και επική εποχή που ζούμε, μπροστά μας ανοίγονται δύο βασικά μονοπάτια. Εκείνο της ανεπάρκειας, της υποδούλωσης και του μετανθρωπισμού, στο οποίο η ψυχή συρρικνώνεται για να χωρέσει σε ξένα και αφύσικα καλούπια, και εκείνο της εμπόρεσης, της πληρότητας και της ελευθερίας, τον δρόμο που οδηγεί πάλι τον άνθρωπο στην απεραντοσύνη του και στον αληθινό του κόσμο. Μια τέτοια πραγματικότητα ακραίων διαφορών και αντιφάσεων περιγράφει προφητικά ο Κάρολος Ντίκενς στην Ιστορία δύο πόλεων: «Ήταν οι καλύτεροι καιροί, ήταν οι χειρότεροι καιροί, ήταν η εποχή της σοφίας, ήταν η εποχή της ανοησίας, ήταν τα χρόνια της πίστης, ήταν τα χρόνια της δυσπιστίας, ήταν η εποχή του Φωτός, ήταν η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας, ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε τα πάντα μπροστά μας, δεν είχαμε τίποτε μπροστά μας, πηγαίναμε όλοι γραμμή για τον Παράδεισο, πηγαίναμε γραμμή όλοι προς την αντίθετη κατεύθυνση – κοντολογίς, η περίοδος εκείνη έμοιαζε τόσο πολύ με την τωρινή, που κάποιες από τις πιο θορυβώδεις αρχές της επέμεναν, για καλό ή για κακό, να γίνεται αντιληπτή με ακραίες αντιθέσεις μονάχα».* Έτσι, καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα στο «ελεύθερον ήμαρ» και στο «δούλειον ήμαρ» και να αποφασίσουμε αν θα ζήσουμε σαν μικρά και ασήμαντα όντα που έχουν ξεχάσει την πραγματική τους υπόσταση ή αν «θα γιατρέψουμε των σκιών το ξεθώριασμα και θα παραδοθούμε στο φως». Η ασχημάτιστη μορφή του αύριο μάς «ζητά να μη χτιστεί μονάχα από πηλό και χώμα», αλλά «με το ρούχο του ουρανού της πάλι να ντυθεί». Ειρήνη Χαβρεδάκη *Το απόσπασμα από το βιβλίο Ιστορία δύο πόλεων του Κάρολου Ντίκενς είναι σε μετάφραση του Μιχάλη Μακρόπουλου.  

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΙΘΗΚΟΣ

10.80
ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ Τίποτε δεν είναι πραγματικά καινούργιο. Μήπως από παλιά δεν συνέλεγαν οι άνθρωποι τον Χρόνο σε ξύλινα βαρέλια που είχαν μια τρύπα στον πάτο, κι όταν έσμιγαν στο δάσος οι φλέβες τους δεν σχημάτιζαν πεταλούδες στους καρπούς; Και, όταν έθαβαν τα παιδιά τους, δεν έβαφαν μαύρο το χώμα κι έσπαζαν το νερό μες στο πηγάδι για να μην αντανακλά το πρόσωπο του Καβαλάρη; Και, όταν χώριζαν, δεν έριχναν στη θάλασσα τα πήλινα ομοιώματα των αγαπημένων; Και, όταν τους πρόδιδαν οι φίλοι, δεν χαράκωναν την αριστερή παλάμη και πασάλειβαν το μισό τους πρόσωπο με αίμα αφού είχαν χάσει τον άλλο εαυτό; Όλα είναι παλιά κι έχουν συμβεί ξανά. Αυτό που εσύ αποκαλείς πόνο είναι μόνο ένα παλιό λαγήνι γεμάτο από στιγμές που συστρέφονται με αγωνία και τρώνε την ουρά τους. Γι’ αυτό όταν μου λες πρώτη φορά εγώ ακούω πάλι.

Η ΣΥΝΟΥΣΙΑ

11.45
Σ’ έναν αβέβαιο κόσμο, έρωτας, αλήθεια και όνειρα είναι η δύναμη για να παλεύω.

ΑΝΕΜΕΛΕΣ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ

12.40
Κι εγώ που ψάχνω νά βρω μες στις αλάνες, το παιδικό μου πρόσωπο να θυμηθώ, εικόνες, χρώματα, φωνές από τις μάνες. Κοίτα, μεγάλωσα και πια στραβοπατώ! Βουτάω στ’ όνειρο να πιάσω την ελπίδα, μα τ’ όνειρό μου έχει πια χαθεί… Παλιότερα έψαχνα να βρω μιαν Ατλαντίδα, να ’χει το όνειρο καταφύγιο να κρυφτεί.

ΕΝ ΑΡΧΗ Ο ΕΡΩΣ

9.00
Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από συναισθήματα. Όλη η ζωή μας κινείται μέσω αυτών. Υπάρχει όμως και ένα, το οποίο άλλες φορές μας ανυψώνει, άλλες φορές μας γκρεμίζει και άλλες μας κρατάει σε μια ισορροπία διαφορετική από τα συνηθισμένα. « Εν αρχή ην ο έρως» και ό,τι τον ορίζει ή τον καθορίζει, από την απολυτή ευτυχία ή την μέγιστη απογοήτευση, ένα είναι σίγουρο. Αξίζει να τον ζήσει κανείς!